Μια επιτοίχια τουαλέτα, ένας τύπος τουαλέτας που τοποθετείται στον τοίχο για εξοικονόμηση χώρου στο δάπεδο και ευκολία στον καθαρισμό, είναι γνωστή με διάφορα ονόματα σε διαφορετικές γλώσσες. Ακολουθούν οι μεταφράσεις του όρου «επιτοίχια τουαλέτα» σε διάφορες γλώσσες:
Ισπανικά:Ινόδορο σουστέντιδο
Γαλλικά: Τουαλέτα σε κρεμάστρα
Γερμανός:WC Wandhängendes
Ιταλικά:WC sospeso
Πορτογαλικά: Vaso sanitário suspenso
Ρωσικά: Навесной унитаз (Naveshnoy unitaz)
Κινεζικά Κινεζικά: 壁挂式马桶 (Bì guà shì mǎtǒng)
Ιαπωνικά: 壁掛け式トイレ (Kabekake-shiki toire)
Κορεάτικα: 벽걸이 화장실 (Byeokgeori hwajangsil)
Αραβικά: مرحاض معلق (Mirhaḍ muʿallaq)
Χίντι: दीवार लटका शौचालय (Dīvār laṭkā śaucālay)
Βεγγαλικά: ওয়াল ঝুলানো টয়লেট (Ōẏāla jhulanō ṭoẏalēṭa)
Ολλανδικά: Τουαλέτα Wandhangend
Σουηδικά: Vägghängd toalett
Νορβηγικά: Veggmontert toalett
Δανικός:Τουαλέτα
Φινλανδικά: Seinään kiinnitettävä WC
Πολωνικά: Toaleta wisząca
Τουρκικά: Duvara asılı tuvalet
Ελληνικά: Τουαλέτα τοίχου (Toualeta toichou)
Ταϊλανδικά: ห้องน้ำแขวนผนัง (H̄̂xng n̂ả k̄hæwn p̄hnạng)
Βιετναμέζικα: Bồn cầu treo tường
Ινδονησιακά:Τουαλέτα gantung
Φιλιππινέζικα: Inidoro nakabitin sa pader
Αυτές οι μεταφράσεις αντικατοπτρίζουν την γλωσσική ποικιλομορφία στην περιγραφή αυτού του τύπου τουαλέτας, υποδεικνύοντας την παρουσία του σε διάφορους πολιτισμούς και γλώσσες. Η λίστα δεν είναι εξαντλητική, καθώς υπάρχουν πολύ περισσότερες γλώσσες και διάλεκτοι παγκοσμίως.